Χρειάστηκαν
τρεις κατά σειρά εγκύκλιοι, με τις οποίες ο Υπουργός Παιδείας ζητούσε στοιχεία
σχετικά με το ωράριο των εκπαιδευτικών, καλώντας τους
Σχολικούς Σύμβουλους, σε συνεργασία με τα υπόλοιπα στελέχη της διοίκησης, να αναμορφώσουν τα
Εβδομαδιαία Ωρολόγια Προγράμματα (Ε.Ω.Π.) Διδασκαλίας των σχολικών μονάδων παιδαγωγικής
ευθύνης τους, ώστε να αξιοποιηθούν οι πλεονάζουσες διδακτικές ώρες για την
κάλυψη υφιστάμενων κενών σε εκπαιδευτικό προσωπικό. Όταν συνειδητοποίησαν στο Υπουργείο ότι η παραπάνω
εγκύκλιος στερείτο νομιμότητας στο κομμάτι της αναμόρφωσης των Ε.Ω.Π. από τους
Σχολικούς Συμβούλους, εξέδωσαν την 29195/ΓΔ4
Υ.Α. με την οποία τροποποιείται το γνωστό « καθηκοντολόγιο », καθιστώντας τους
Σχολικούς Σύμβουλους υπεύθυνους να
προτείνουν εγγράφως προς το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο (ΠΥΣΠΕ) τρόπους
αξιοποίησης του πλεονάζοντος διδακτικού ωραρίου εκπαιδευτικών και να κάνουν
πάλι- για δεύτερη φορά μετά την αξιολόγηση- τη βρόμικη δουλειά.
Ένας
θεσμός που αποτέλεσε στο μακρινό παρελθόν αίτημα του κλάδου, έχει καταντήσει να
πλασάρεται ως ο χρήσιμος βραχίονας της διοίκησης, όποτε πρέπει να προστατευτεί
η κομματική πυραμίδα της. Είχαμε ήδη επισημάνει ότι η στάση των συμβούλων στην
αξιολόγηση, ηθικά κι ουσιαστικά, σήμαινε και το τέλος τους στην παρούσα μορφή, στη
συνείδηση του εκπαιδευτικού κόσμου. Ακόμα και τώρα όμως η Π.Ε.Σ.Σ. δεν παίρνει
θέση για το νέο ρόλο εφαρμογής των εγκυκλίων αναμόρφωσης
των προγραμμάτων και μετακινήσεων αλλά, όπως φαίνεται κι από τη θεματολογία του
συνεδρίου της, αρκείται στην επιτέλεση οποιουδήποτε ρόλου της επιφυλάσσει η
εκάστοτε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου.
Για τους εκπαιδευτικούς και
τους Συλλόγους τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: την ευθύνη της κατάρτισης του ωρολογίου
προγράμματος την έχει, παρ’ όλα αυτά, ακόμα ο Σύλλογος
Διδασκόντων. Ο Διευθυντής του σχολείου δε δικαιούται να αλλάξει αυθαίρετα το
ωρολόγιο πρόγραμμα με ατομική του απόφαση. Ο Σχολικός Σύμβουλος και ο
Διευθυντής Εκπαίδευσης δεν μπορούν να παραβιάσουν τη νομοθεσία και να επέμβουν
στην κατανομή και στις αναθέσεις των μαθημάτων. Η αναμόρφωση των ωρολογίων προγραμμάτων των
σχολείων της χώρας, 4 μήνες πριν τη λήξη του σχολικού έτους με τέτοια στόχευση,
δεν έχει επιχειρηθεί ούτε από τις αντιδραστικότερες κυβερνήσεις των τελευταίων
χρόνων. Να θυμίσουμε,
επίσης, στον κ. Φίλη ότι το εκπαιδευτικό κίνημα έχει καταγγείλει το «καθηκοντολόγιο»
και το έχει καταστήσει ανενεργό εδώ και 14 χρόνια!
Την
ίδια ώρα, έχει στηθεί
ένας ολοφάνερα προσχηματικός διάλογος για την εκπαίδευση. Με τελικό χρονικό
ορίζοντα τον Απρίλιο του 2016, όπου πρέπει σύμφωνα με τα συμφωνημένα να
ολοκληρωθεί η προσαρμογή του δημόσιου σχολείου στην έκθεση του ΟΟΣΑ για την
ελληνική Εκπαίδευση (2011). Έκθεση, που προβλέπει: Εκτεταμένες συμπτύξεις,
συγχωνεύσεις, αύξηση του ωραρίου μας, κατάργηση του αντισταθμιστικού έργου του
σχολείου, παραπέρα μείωση των δαπανών, είσοδο των ιδιωτών, των χορηγών και της
παράλληλης χρηματοδότησης, επαναφορά της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των
σχολείων.
Με εγκύκλιο του το Υπουργείο Παιδείας καλεί
τους εκπαιδευτικούς και τους συλλόγους διδασκόντων σε συμμετοχή στον εθνικό
διάλογο και ψαρεύει νομιμοποίηση σε θολά νερά. Αλήθεια, τι να συζητήσουμε; Το
πρωί να συζητούμε και το βράδυ με τροπολογίες και δηλώσεις να ενοχοποιούνται οι εκπαιδευτικοί για τα κενά, να διαλύεται η ειδική αγωγή και τα τμήματα
ένταξης, ή να ομνύουμε πάλι σε «καθηκοντολόγια»; Ας μη λερώνουμε τις λέξεις και τις έννοιες. Η κυβέρνηση δεν κάνει
διάλογο, δεσμεύσεις υλοποιεί και ψάχνει νομιμοποίηση σε ήδη προειλημμένες
αποφάσεις.
Καλούμε τους συλλόγους
διδασκόντων και τους συναδέλφους να γυρίσουν την πλάτη τους σε αυτές τις
προσχηματικές διαδικασίες. Να μη συναθροιστούν σε αυτήν την κακόγουστη φάρσα
«διαλόγου». Οι Σύλλογοι Διδασκόντων δεν
πρέπει και δεν είναι καθόλου υποχρεωμένοι να συνεδριάσουν με το συγκεκριμένο
θέμα. Να συνδράμουν στη δράση μας και στη συζήτηση
στο εσωτερικό του κλάδου, με θέμα «Το σχολείο που βιώνουμε – το σχολείο που
οραματιζόμαστε». Καλούμε τέλος τη ΔΟΕ ακόμα και τώρα να
καταγγείλει τη διαδικασία και να
αποχωρήσει.